Καθώς ο κόσμος αγωνίζεται να μειώσει την καύση ορυκτών καυσίμων, οι επιστήμονες μελετούν εάν η ατμοσφαιρική γεωμηχανική θα μπορούσε να συνεισφέρει στον περιορισμό της υπερθέρμανσης και στην αποτροπή της κλιματικής καταστροφής.
Μια πιθανή τεχνική για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, είναι η αντανάκλαση της εισερχόμενης ηλιακής ακτινοβολίας μέσω ηλιακών πάνελ. Μία άλλη πιο δημοφιλής τεχνική είναι η εκτόξευση διοξειδίου του θείου – ένα ψυκτικό υγρό – στα υψηλότερα σημεία της ατμόσφαιρας. Οι συζητήσεις για την αποτελεσματικότητά της ποικίλουν, με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και αρκετές περιβαλλοντικές ομάδες να μιλούν ανοιχτά για τις ευκαιρίες και τους κινδύνους. Η συζήτηση είναι σε μεγάλο βαθμό θεωρητική επί του παρόντος, με μόνο λίγα έργα μικρής κλίμακας να έχουν πραγματοποιηθεί.
Σε ποιο στάδιο είναι η τεχνολογία;
Η ιδέα της διάχυσης διοξειδίου του θείου (SO2) στην ατμόσφαιρα δεν είναι νέα. Η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ πρότεινε την ιδέα ήδη από το 1992, ενώ οι επιστήμονες έχουν τεκμηριώσει ότι οι ηφαιστειακές εκρήξεις, οι οποίες εκτοξεύουν τεράστιες ποσότητες SO2 στον αέρα, έχουν μια ψυκτική επίδραση στον πλανήτη. Οι προσπάθειες εξάλειψης του SO2 ως επιβλαβούς ατμοσφαιρικού ρύπου στην Κίνα και αλλού την τελευταία δεκαετία μείωσαν την ψυκτική του επίδραση, συμβάλλοντας έτσι στην άνοδο της παγκόσμιας θερμοκρασίας. Η νεοφυής εταιρεία Make Sunsets με έδρα τις ΗΠΑ, μια από τις λίγες εμπορικές εταιρείες που εμπλέκονται στον τομέα, κατασκεύασε πέρυσι δύο μετεωρολογικά μπαλόνια που περιέχουν διοξείδιο του θείου.
Ο ιδρυτής της εταιρείας Λουκ Ίσεμαν δήλωσε στο Reuters ότι ήταν πιο «απλό» να ξεκινήσει η εφαρμογή στις Ηνωμένες Πολιτείες και ότι είχαν ήδη πραγματοποιηθεί 30 εκτοξεύσεις, που χρηματοδοτήθηκαν από την πώληση «πιστώσεων ψύξης» σε πελάτες. Αλλά εκτός από την Make Sunsets, μόνο ένας μικρός αριθμός άλλων ερευνητικών έργων έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής, συμπεριλαμβανομένης της εκτόξευσης ενός μετεωρολογικού μπαλονιού σε μεγάλο υψόμετρο στη νοτιοανατολική Αγγλία το 2022 για να δοκιμαστεί η βιωσιμότητα του εξοπλισμού διάχυσης αερολύματος.
Ορισμένα άλλα έργα ακυρώθηκαν ως αποτέλεσμα της δημόσιας αντίδρασης, συμπεριλαμβανομένου ενός εγχειρήματος του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και της Σουηδικής Διαστημικής Εταιρείας το 2021. Έχει διεξαχθεί έρευνα σε άλλες δυνητικά λιγότερο επικίνδυνες τεχνολογίες SRM, συμπεριλαμβανομένης της φωτεινότητας των θαλάσσιων νεφών, η οποία περιλαμβάνει τον ψεκασμό του θαλασσινού νερού από τα πλοία για να κάνει τα σύννεφα πιο αντανακλαστικά. Ενώ αυτές οι μέθοδοι ήταν λιγότερο παρεμβατικές και λιγότερο δυνητικά επιβλαβείς από την έγχυση αερολύματος στη στρατόσφαιρα, θα μπορούσαν να αποδειχθούν πιο ακριβές και πολύ ενεργοβόρες, δήλωσε ο Benjamin Sovacool, καθηγητής Γης και Περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης.
Ανησυχίες και προβληματισμοί για την εφαρμογή του SRM
Δεκάδες επιστήμονες ζητούν «μια συνολική διεθνή αξιολόγηση» της χρήσης του SRM προκειμένου να κατανοήσουν τους κινδύνους που εμπεριέχονται και τους κανονισμούς που ενδέχεται να απαιτηθούν για την ανάπτυξη των τεχνολογιών σε ευρύτερη κλίμακα. Σε επιστολή που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο λέγεται ότι είναι απίθανο οι εκπομπές του άνθρακα να μειωθούν αρκετά σύντομα ώστε να συγκρατηθεί η αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου και ότι οι παρεμβάσεις SRM θα μπορούσαν να γίνουν εφαρμοστούν μόνο όταν είναι απαραίτητο.
Οι πολέμιοι της μεθόδου λένε ότι ενώ η διάχυση θειικών αερολυμάτων μπορεί να μειώσει τη θερμοκρασία του πλανήτη, οι παρενέργειες θα μπορούσαν να αποδειχθούν ακόμη πιο καταστροφικές. Μια ομάδα 60 επιστημόνων ξεκίνησε μια παγκόσμια πρωτοβουλία πέρυσι με στόχο να πείσει τις κυβερνήσεις να απαγορεύσουν τα πειράματα ηλιακής γεωμηχανικής. Η ομάδα προειδοποίησε ότι οι κίνδυνοι του SRM ήταν πολύ μεγάλοι και ότι θα μπορούσε να επηρεάσει τις καιρικές συνθήκες, τη γεωργία και «την παροχή βασικών αναγκών σε τρόφιμα και νερό». Οι επικριτές επισημαίνουν οτι προσομοιώσεις με τα αριθμητικά μοντέλα, δείχνουν ότι το SRM θα μπορούσε να διαταράξει τους μουσώνες και να προκαλέσει ξηρασίες στην Αφρική και την Ασία. Άλλοι λένε ότι θα μπορούσε επίσης να επιβραδύνει την ανάκτηση της στιβάδας του όζοντος ή να οδηγήσει σε επικίνδυνη αύξηση της όξινης βροχής.
Επιπλέον, η τεχνολογία θα μπορούσε να αποτελέσει όπλο για «αδίστακτα κράτη» ή αδίστακτες ιδιωτικές εταιρείες και να δημιουργήσει νέες γεωπολιτικές απειλές και απειλές για την ασφάλεια, προειδοποίησε το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών (UNEP) σε έκθεση που δημοσιεύθηκε φέτος. Οι επικριτές ανησυχούν επίσης ότι η τεχνολογία θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως δικαιολογία για να καθυστερήσει η στροφή προς τις καθαρές μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Είναι πολύ σημαντικό, ακόμη και αν οι παρεμβάσεις SRM διατηρήσουν την αύξηση της θερμοκρασίας, δεν θα διορθώσουν άλλες συνέπειες της αύξησης των επιπέδων CO2, όπως η οξίνιση των ωκεανών.
«Είναι σημαντικό οι άνθρωποι να κατανοήσουν ότι οι τεχνολογίες SRM δεν λύνουν την κλιματική κρίση επειδή δεν μειώνουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ούτε αναστρέφουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής», δήλωσε η Andrea Hinwood, επικεφαλής επιστήμονας του UNEP. Ο αντίκτυπός του θα είναι βραχυπρόθεσμος, αυξάνοντας την πιθανότητα οι χώρες να αναγκαστούν να αναπτύξουν τεχνολκογίες SRM για αιώνες.